Η
Λογοτεχνία στην Ελλάδα στις αρχές του 20ού αιώνα παρουσιάζει ιδιαίτερο
ενδιαφέρον, καθώς σ' αυτήν αντικατοπτρίζονται, άλλοτε άμεσα κι άλλοτε
έμμεσα, αφ' ενός οι διεθνείς κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις καθώς και τα
διάφορα λογοτεχνικά ρεύματα, αφ' ετέρου οι ιδιομορφίες της ελληνικής
οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής και πνευματικής ζωής. Ιστορικά
γεγονότα, όπως η Οχτωβριανή Επανάσταση του 1917, η Μικρασιατική
καταστροφή του 1922, αλλά και η γέννηση και ανάπτυξη του εργατικού και
κομμουνιστικού κινήματος δε θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστες τις πιο
ανήσυχες, ευαίσθητες και πρωτοπόρες μορφές του λογοτεχνικού χώρου της
Ελλάδας κατά την περίοδο του μεσοπολέμου.
Μέσα στο γενικό
κλίμα της ηθογραφίας που χαρακτήριζε την ελληνική λογοτεχνία στα τέλη
του 19ου και στις αρχές του 20ού αι. και χωρίς να αποσπαστούν εντελώς
από αυτήν, εμφανίζονται, το διάστημα 1900-1920, συγγραφείς που
επηρεάζονται έντονα από τη σοσιαλιστική ιδεολογία, από την ίδρυση των
πρώτων εργατικών, σοσιαλιστικών ενώσεων και ομίλων, από τους εργατικούς
και κοινωνικούς αγώνες και από τα μαρξιστικά θεωρητικά κείμενα. Πιστοί
στο ρεύμα του ρεαλισμού, γράφουν διηγήματα, νουβέλες και μυθιστορήματα,
επιχειρώντας να προβάλουν άλλοτε επιτυχώς και άλλοτε όχι τα κοινωνικά
προβλήματα, φωτίζοντάς τα με τη θεωρία του επιστημονικού σοσιαλισμού.
Ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος (1868-1920) και ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης
(1872-1923), από το Αγρίνιο ο πρώτος, από την Κέρκυρα ο δεύτερος, ζουν
για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και σπουδάζουν στη Γερμανία, έρχονται
εκεί σε επαφή με έργα των Μαρξ και Ενγκελς - μάλιστα, ο Χατζόπουλος
μεταφράζει πρώτος στα ελληνικά το Κομμουνιστικό Μανιφέστο ως
Κοινωνιστικό Μανιφέστο - και ενθουσιάζονται από τη σοσιαλιστική
ιδεολογία. Στα σημαντικότερα και αρτιότερα έργα τους, αντικατοπτρίζονται
οι νέες ιδέες, περιγράφονται με γλαφυρότητα οι άθλιες συνθήκες ζωής των
φτωχών ανθρώπων στα χωριά και τις πόλεις, προβάλλεται η δεινή θέση της
γυναίκας, φωτίζεται η ιδεολογική διαπάλη μέσα στους κύκλους των
διανοουμένων και δίνονται κάποτε αισιόδοξες προοπτικές μέσα από την
αγωνιστικότητα κάποιων ηρώων. «Ο πύργος του Ακροπόταμου», «Στο σκοτάδι»,
«Τάσσω», είναι μερικά από τα πεζογραφήματα του Κ. Χατζόπουλου, στα
οποία φαίνονται οι σοσιαλιστικοί του προσανατολισμοί. Επίσης δημοσιεύει
πολλά θεωρητικά κείμενα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, σχετικά
με το εργατικό κίνημα, το γυναικείο ζήτημα, το σοσιαλισμό, τη σχέση
σοσιαλισμού και λογοτεχνίας. «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», «Η τιμή και το
χρήμα», αρκετές από τις «Κορφιάτικες Ιστορίες» του Κ. Θεοτόκη
απηχούν τις σοσιαλιστικές του ιδέες και ξεφεύγουν από το ασφυκτικό
πλαίσιο της ηθογραφίας που μέχρι τότε χαρακτήριζε την πεζογραφία. Και οι
δύο συγγραφείς συμμετέχουν ενεργά στα πολιτικά πράγματα, όσο βρίσκονται
στη Γερμανία, αλλά και μετά την επιστροφή τους στην Ελλάδα, ως μέλη
σοσιαλιστικών ομίλων.
Ο Κωνσταντίνος
Παρορίτης (1878-1931) ίσως είναι από τους πιο συνεπείς σοσιαλιστές
συγγραφείς της εποχής του. Στο έργο του «Μεγάλο Παιδί» απεικονίζονται οι
πρώτοι εργατικοί αγώνες, ενώ η Οχτωβριανή Επανάσταση και ο Εθνικός
Διχασμός στην Ελλάδα τον εμπνέουν να γράψει το έργο «Κόκκινος Τράγος»
(1924), που είναι αφιερωμένο «σε όσους πιστεύουνε σε μια απολύτρωση».
Στο τελευταίο του έργο, «Οι δυο δρόμοι» (1927), εμπνέεται από τους
αγροτικούς αγώνες στη Θεσσαλία και παρουσιάζει την καθυστέρηση της
ελληνικής υπαίθρου.
Ο Δημοσθένης
Βουτυράς (1871-1958) μεταφέρει το περιβάλλον της ηθογραφίας από την
ελληνική επαρχία στις φτωχικές συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά.
Χαρακτηρίστηκε ως «ο προλετάριος συγγραφέας των προλεταρίων». Η
λογοτεχνική παραγωγή του είναι πληθωρική, αλλά κάπως ατημέλητη. Οι ήρωές
του είναι εργάτες, βιοτέχνες, άνεργοι, μικροαστοί, περιθωριακοί και
εμφανίζονται άβουλοι, δυστυχισμένοι και «μοιραίοι», έτσι ακριβώς όπως
μας τους παρουσιάζει ο Κ. Βάρναλης στο ομώνυμο ποίημα. Χαρακτηριστικός
είναι και ο τίτλος του σημαντικότερου έργου του «Οι Αλανιάρηδες» (1921).
Ο αρκετά νεότερος Πέτρος
Πικρός (1900-1957) - ενδεικτικό των επιρροών του είναι το γεγονός ότι το
ψευδώνυμό του το δημιούργησε μεταφράζοντας στα ελληνικά το όνομα Γκόρκι
(= πικρός στα ρωσικά) - παρουσιάζει στα διηγήματά του ανθρώπους του
περιθωρίου. Τα έργα του «Χαμένα κορμιά» (1922), «Σα θα γίνουμε άνθρωποι»
(1924) και «Τουμπεκί» (1927) αποτελούν ένα είδος τριλογίας, με ήρωες
ανθρώπους του υποκόσμου και του περιθωρίου. Στο τελευταίο, που είναι και
το αρτιότερο λογοτεχνικά, παρουσιάζει τον υπόκοσμο ως μια μικρογραφία
της κοινωνίας, που φέρει τα ίδια ελαττώματα με το πρότυπό του. Ο Πικρός,
στα θεωρητικά του κείμενα, χρησιμοποίησε τον όρο «l' art militant» ως
προδρομικό όρο της στρατευμένης τέχνης, για να ορίσει την τέχνη που
καθρεφτίζει τις πραγματικές τάσεις της εποχής της και που αντιστοιχεί με
τον ίδιο τον αγώνα των τάξεων.
Τόσο
ο Δ. Βουτυράς, όσο και ο Π. Πικρός επηρεάζονται από τη θεματολογία και
το κλίμα της ρωσικής λογοτεχνίας (Γκόρκι, Αντρέγιεφ), καθώς και από τα
έργα του Κνουτ Χάμσουν, που διαβάζονταν πολύ εκείνη την εποχή από την
προοδευτική διανόηση και γι' αυτό οι περισσότεροι ήρωές τους ανήκουν στο
«λούμπεν προλεταριάτο».
Αυτοί οι πρώτοι σοσιαλιστές συγγραφείς
χάραξαν έναν πραγματικά νέο δρόμο στη Λογοτεχνία της εποχής τους και
επηρέασαν σημαντικά και μεταγενέστερους δημιουργούς. Χαρακτηριστικό
είναι το ακόλουθο απόσπασμα του Κ. Παρορίτη από την εισαγωγή του στον
«Κόκκινο Τράγο», σχετικά με τον κοινωνικό ρόλο που οφείλει να έχει η
τέχνη σε κάθε εποχή. «Γιατί πιστεύουμε πως η Τέχνη, σαν ένα καθαρό κι
αυτή της ομαδικής ζωής φαινόμενο, δεν έχει σκοπό να ικανοποιήσει
ορισμένες προσωπικές και αυθαίρετες ιδέες και αρρώστιες μας, που καμιά
ανάγκη της ζωής δεν τις δικαιολογεί, παρά σαν ένας κοινωνικός κι αυτή
παράγοντας, να κάνει το χρέος της κάθε φορά που η Ζωή νιώθει την ανάγκη
να αναπλαστεί».
Βάσω Πετροπούλου
Ριζοσπάστης, 25 Νοέμβρη 2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου