Φίλε,
που σε συνάντησα σε μιαν οδοιπορία
-του
θανάτου που ζήσαμε ή της ζωής που θα’ ρθει-
είχες
στα μάτια τη φωτιά σμιχτή με μια απορία
από
τα νιόβγαλτα φτερά, γιατί ο αέρας πάρθει.
Μας
ένωσε σφιχτά σφιχτά του ανθρώπου ο μέγας πόνος
και
της ιδέας ο άνεμος μας φούσκωσε τα στήθη.
Κάποιου
καινούργιου, που έρχεται, μας συνεπήρε ο τόνος.
Ορίζοντες
Μαγιάπριλου μας φέρνουνε τα πλήθη.
Κι
εμείς, δεσμώτες της ζωής, προς τις κορφές τραβάμε
-του
Ολύμπου ή του Γολγοθά- στη μέθη ενός ονείρου
το
θάνατο και τη ζωή αλέγκρα χαιρετάμε
με
τ’ άξια νιάτα, πορφυρά, στο δρόμο του απείρου.
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΚΑΤΣΑΡΟΣ
(Πότε
γράφτηκε αυτό το ποίημα; Που και για ποιον; Πως διασώθηκε και από ποιον δόθηκε στη
δημοσιότητα; Διαβάστε στον Οικοδόμο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου