Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕΛΑΧΡΙΝΟΣ - Πρόλογος IV - Όλο και βρέχει απαρηγόρητα




IV

Όλο και βρέχει απαρηγόρητα.
Το παρελθόν τι θλίψη π’ όχει.
Των χινοπωριασμάτων το στοιχειό
σκορπάει τη μοναξιά σε κάθε κόχη.

Γιόμοσε ερμιά η αυλή μου που χορτάριασε,
θλίβουνται τα νερά μ’ άμοιρες μνήμες.
Στους δρόμους σέρνεται η παράμερη ζωή
που αράχνιαζε σε έρημες ρίμες.

Τραβιούμαι στα όνειρά μου τ’ απαράμοιαστα
κ’ εφταδιπλώνω την ψυχή μου στα όνειρά της,
στην αγκαλιά της μοναξιάς μου γέρνοντας,
σα με χαϊδεύουν τα γυναίκεια τα μαλλιά της. 

(Από το βιβλίο «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕΛΑΧΡΟΙΝΟΣ, Τα ποιήματα», επιμέλεια ΑΓΟΡΗ ΓΚΡΕΚΟΥ, Εκδόσεις «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», Αθήνα 1994, σελ. 87)



Τις ίδιες στροφές συναντάμε σαν ξεχωριστό ποίημα στην ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Η ΧΑΜΗΛΗ ΦΩΝΗ» (εκδόσεις «ΝΕΦΕΛΗ», Αθήνα 1990), με τίτλο «Όλο και βρέχει απαρηγόρητα…». Αντιγράφουμε με τονισμένες τις διαφορές:

Όλο και βρέχει απαρηγόρητα…

Όλο και βρέχει απαρηγόρητα.
Το παρελθόν τι θλίψη π’ όχει.
Του χινοπώρου το φιλέρημο στοιχειό
σκορπάει τη μοναξιά σε κάθε κόχη.

Γιόμισε η αυλή μου απουσία και χορτάριασε
θλίβουνται τα νερά με άμοιρες μνήμες.
Στους δρόμους σέρνεται η παράμερη ζωή
που αράχνιασε σ’ έρημες ρίμες.

Τραβιέμαι στα όνειρά μου τ’ απαράμοιαστα
κι εφταδιπλώνω την ψυχή μου στα όνειρά της,
στην αγκαλιά της μοναξιάς μου γέρνοντας,
μεθώντας μ’ ίσκιους μιας ζωής φευγάτης.



Ο/η ανώνυμος/η αναγνώστης/ρια με το σχόλιό του/ης μας υπέδειξε (και τον/ην ευχαριστούμε θερμά) και μια τρίτη εκδοχή του ποιήματος, που βρίσκεται, όπως η πρώτη, στο βιβλίο «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕΛΑΧΡΟΙΝΟΣ, Τα ποιήματα», επιμέλεια ΑΓΟΡΗ ΓΚΡΕΚΟΥ, Εκδόσεις «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», Αθήνα 1994, στη σελίδα 139, και μας είχε διαφύγει. Εκτός από διαφορές στα σημεία στίξης, σε σχέση με την εκδοχή της ανθολογίας του Μαν. Αναγνωστάκη, εδώ υπάρχει και αφιέρωση του ποιητή.


ΠΡΟΦΑΣΗ ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑΣ

[VI]

Στην Κυρία Μέλπω Δημητριάδη

Όλο και βρέχει απαρηγόρητα.
Της ώρας το φευγιό τι θλίψη πόχει!
Του χινοπώρου το φιλέρημο στοιχειό
σκορπά τη μοναξιά σε κάθε κόχη.

Γιόμισ’  η αυλή μου απουσία και χορτάριασε.
Θλίβουνται τα νερά με άμοιρες μνήμες.
Στους δρόμους σέρνεται η παράμερη ζωή,
που αράχνιαζε σε έρημες ρίμες.

Τραβιέμαι στα όνειρά μου τ’ απαράμοιαστα
κι εφταδιπλώνω την ψυχή μου στα όνειρά της:
στην αγκαλιά της μοναξιάς μου γέρνοντας,
μεθώντας με ίσκιους μιας ζωής φευγάτης. 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕΛΑΧΡΟΙΝΟΣ

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Επειδή βλέπω ότι δείχνετε αξιοθαύμαστη φιλολογική ευαισθησία, θα σας συμβούλευα να διαβάσετε την δεύτερη εκδοχή του ποιήματος, που εσείς αντλείτε από τη συλλογή του Αναγνωστάκη, και στο βιβλίο της Γκρέκου, σ. 139. Εκεί θα μάθετε ότι το παραπάνω ποίημα είναι αφιερωμένο στην Κυρία Μέλπω Δημητριάδη...

Οικοδόμος είπε...

Καλησπέρα.
Ευχαριστώ πολύ για την επισήμανση, μου είχε διαφύγει. Την πρώτη εκδοχή του ποιήματος την πήρα από την σελίδα 87. Προσθέτω και αυτή της σελίδας 139 με την αφιέρωση.
Καλή δύναμη!