Στη
μάνα μου.
Τα
χεριά της μάνας σου πριν μάθουν να γράφουνε
μάθαν
να πλένουν στη σκάφη
ρούχα
χοντρά της δουλειάς·
τέσσερ'
αδέρφια της άφησε, βλέπεις, η μάνα της.
Τα
χέρια της μάνας σου δεν μάθανε να χαϊδεύουν
γιατί
ποτέ δεν τα χάιδεψαν,
μα
ξέρουνε να ζυμώνουν ατέλειωτες σκάφες αλεύρι.
Αν
στρώσεις κάτω τα χιλιάδες ψωμιά
θα
γίνουν δρόμοι με άσπρες, στρογγυλές πλάκες
που
θα διασχίζουν όλη τη γη.
Τα
χέρια της μάνας σου γίναν κουτάλια να σε χορτάσουν,
γίναν
κουπιά που λάμνουν στη θάλασσα
να
σε βρουν, όπου πας.
Τα
χέρια της μάνας σου μάκρυναν,
κουβαλώντας
ασήκωτα δέματα
στο
σχολειό, στη δουλειά σου, στη φυλακή.
Τα
χέρια της μάνας σου κολλούσαν στη σίτα της φυλακής
και
λιώναν το σύρμα για να σ'αγγίξουν
κι
ύστερα με τ' αποτυπώματα, κατακόκκινα,
πλάθανε
κουλουράκια για τις κοπέλλες του θαλάμου σου.
Τα
χέρια της μάνας σου δεν θα μείνουν ακίνητα
ούτε
κάτω απ 'το χώμα·
μα
θα βρούνε τον τρόπο να φυτρώσουν και να βλαστήσουνε
για
να σου κάνουν λουλούδια!
ΚΙΚΗ
ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου