Ο
Καββαδίας ήταν Κεφαλλονίτης αλλά δεν γεννήθηκε στην Ελλάδα. Ήρθε στην Ελλάδα
από τη Μαντζουρία σε ηλικία 5 χρόνων. Εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή
Μαραμπού σε ηλικία 23 χρόνων, το 1933. Είναι αγαπημένος ποιητής τριών γενεών
και έχει γράψει μόλις 52 ποιήματα. Έχει γράψει βέβαια και τη Βάρδια, το
μυθιστόρημα, και κάποια διηγήματα. Μέχρι τον θάνατό του, το 1975, η υποδοχή που
του είχαν κάνει οι ομότεχνοί του ήταν πολύ άδικη. Οι αναφορές από το 1933 ώς το
1975 για την ποίησή του, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ήταν τού τύπου
«πρόκειται για έναν στιχοποιό ημερολογίου», «πρόκειται για έναν ποιητή που
μιλάει για τη ζωή των ναυτικών». Μη μου πείτε όμως ότι ένας ποιητής θα
ενδιέφερε τη γενιά σας, τη γενιά των μεγαλύτερών σας και τη γενιά τη δική μου
αν επρόκειτο για κάποιον που απλά εξιστορεί σαν ηθογράφος τη ζωή των ναυτικών.
Κάτι άλλο πρέπει να συμβαίνει, το οποίο κινητοποιεί τόσες πολλές διαφορετικές
γενιές. Το 1977 έγινε στην τότε κρατική τηλεόραση ένα σήριαλ «Πορεία 090» και
ήταν η ζωή σ' ένα καράβι που πήγαινε προς Ινδίες, Κίνα και μου πρότειναν να
κάνω τη μουσική. Τους λέω «θέλετε και τραγούδια;» Είπαν «και γιατί όχι.» «Έχετε
κείμενα;» «Όχι.» «Τι λέτε για τον Νίκο Καββαδία;» Και κάθομαι 15 βράδια και
γράφω αυτά τα τραγούδια που ακούστηκαν για πρώτη φορά στο σήριαλ. Μετά
προσέθεσα άλλα 4 και έγινε ο «Σταυρός του Νότου». (Θάνος Μικρούτσικος σε
αφιέρωμα για τον ποιητή ΕΔΩ)
Αύριο 11 Γενάρη συμπληρώνονται 103 χρόνια από τη γέννηση του Νίκου Καββαδία (11/1/1910).
Η παρουσίαση του κύκλου τραγουδιών ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ σε ποίηση ΝΙΚΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ
και μουσική ΘΑΝΟΥ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΥ, ένας φόρος τιμής από τη μικρή στηθάγχη στον
αγαπημένο ποιητή των πιο μακρινών μας ταξιδιών και των αρμυρών μας ονείρων. Οδηγός γι’
αυτό το μικρό αφιέρωμα στάθηκε το φθαρμένο εξώφυλλο του ταλαιπωρημένου από τη
συχνή χρήση δίσκου βινυλίου 33 στροφών. Η αντιγραφή των ποιημάτων έγινε από τα
βιβλία με τις συλλογές του ποιητή και σε μερικές περιπτώσεις διαφέρουν από τους
στίχους όπως αναγράφονται στο εξώφυλλο του δίσκου και τραγουδούν οι τραγουδιστές.
Στην μελοποίηση κάποιων ποιημάτων ο Θ. Μικρούτσικος «απέκλεισε» ολόκληρες
στροφές, οι οποίες θα ξεχωρίζουν στην ανάρτηση (έντονη γραμματοσειρά). Στα τραγούδια ξεχώρισα ερμηνείες που με συγκίνησαν ιδιαίτερα. Το
αφιέρωμα αποτελείται από δύο μέρη. Σήμερα παρουσιάζονται τα ποιήματα-τραγούδια της πρώτης πλευράς του δίσκου. Θα ακολουθήσει αύριο το
δεύτερο μέρος με την δεύτερη πλευρά. Καλό ταξίδι!
Μέρος
Α΄
KURO
SIWO
Στο Γιώργο
Παπά
Πρώτο
ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,
δύσκολες
βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια.
Είναι
παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
και
δεν τα βλέπεις, καθώς λένε, με το πρώτο.
Πέρ’
απ’ τη γέφυρα του Αδάμ, στη Νότιο Κίνα,
χιλιάδες
παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.
Μα
ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια
που
σου `πανε μια κούφιαν ώρα στην Αθήνα.
Στα
νύχια μπαίνει το κατράμι και τ’ ανάβει,
χρόνια
στα ρούχα το ψαρόλαδο μυρίζει,
κι
ο λόγος της μεσ’ το μυαλό σου να σφυρίζει,
«ο
μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι;»
Νωρίς
μπατάρισε ο καιρός κι έχει χαλάσει.
Σκατζάρισες,
μα σε κρατά λύπη μεγάλη.
Απόψε
ψόφησαν οι δυο μου παπαγάλοι
κι
ο πίθηκος που `χα με κούραση γυμνάσει.
Η
λαμαρίνα!... η λαμαρίνα όλα τα σβήνει.
Μας
έσφιξε το Κuro Siwo
σαν μια ζώνη
κι
συ κοιτάς ακόμη πάνω απ’ το τιμόνι,
πως
παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι.
(Ακούστε
το τραγούδι ΕΔΩ.)
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Στο
Γιώργο Κουμβακάλη
Ήτανε
κείνη τη νυχτιά που φύσαγε ο Βαρδάρης,
το
κύμα η πλώρη εκέρδιζεν οργιά με την οργιά.
Σ’
έστειλε ο πρώτος τα νερά να πας για να γραδάρεις
μα
εσύ θυμάσαι τη Σμαρώ και την Καλαμαριά.
Ξέχασες
κείνο το σκοπό που λέγανε οι Χιλιάνοι.
-Άγιε
Νικόλα φύλαγε κι Αγιά Θαλασσινή.-
Τυφλό
κορίτσι σ’ οδηγάει παιδί του Modigliani,
που
τ’ αγαπούσε ο δόκιμος κι οι δυο Μαρμαρινοί.
Νερό καλάρει το Fore Peak, νερό και τα πανιόλα,
μα εσένα μια παράξενη ζαλάδα
σε κινεί.
Με στάμπα που δε φαίνεται σε
κέντησε η Σπανιόλα
ή το κορίτσι που χορεύει απάνω
στο σκοινί;
Απάνου
στο γιατάκι σου φίδι νωθρό κοιμάται
και
φέρνει βόλτες ψάχνοντας τα ρούχα σου η μαϊμού.
Εκτός
από τη μάνα σου κανείς δε σε θυμάται
σε
τούτο το τρομαχτικό ταξίδι του χαμού.
Ο ναύτης ρίχνει τα χαρτιά κι ο
θερμαστής το ζάρι
κι αυτός που φταίει και δε
νογάει, παραπατάει λοξά.
Θυμήσου κείνο το στενό
κινέζικο παζάρι
και το κορίτσι που ΄κλαιγε
πνιχτά μεσ’ το ρικσά.
Κάτου
από φώτα κόκκινα κοιμάται η Σαλονίκη.
Πριν
δέκα χρόνια μεθυσμένη μου είπες «σ’ αγαπώ».
Αύριο,
σαν τότε, και χωρίς χρυσάφι στο μανίκι,
μάταια
θα ψάχνεις το στρατί που πάει για το Depot.
(Ακούστε
το τραγούδι ΕΔΩ.)
ΣΤΑΥΡΟΣ
ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ
Στο
Γιώργο Θεοτοκά
Έβραζε
το κύμα του γαρμπή.
Είμαστε
σκυφτοί κι οι δυο στο χάρτη
γύρισες
και μου `πες πως το Μάρτη
σ’
άλλους παραλλήλους θα `χεις μπει.
Κούλικο
στο στήθος σου τατού,
που
όσο κι αν το καις δε λέει να σβήσει.
Είπαν
πως την είχες αγαπήσει
σε
μια κρίση μαύρου πυρετού.
Βάρδια
πλάι σε κάβο φαλακρό
κι
ο Σταυρός του Νότου με τα στράλια.
Κομπολόι
κρατάς από κοράλλια
κι
άκοπο μασάς καφέ πικρό.
Το
Άλφα του Κενταύρου μια νυχτιά
με
το παλλινώριο πήρα κάτου.
Μου
`πες με φωνή ετοιμοθανάτου:
-Να
φοβάσαι τ’ άστρα του Νοτιά.
Άλλοτε
απ’ τον ίδιον ουρανό
έπαιρνες,
τρεις μήνες στην αράδα,
με
του καπετάνιου τη μιγάδα,
μάθημα
πορείας νυχτερινό.
Σ’
ένα μαγαζί του Nossi Be
πήρες
το μαχαίρι, δυο σελίνια,
μέρα
μεσημέρι απά στη λίνια
ξάστραψε
σα φάρου αναλαμπή.
Κάτου
στις αχτές της Αφρικής
πάνε
χρόνια τώρα που κοιμάσαι.
Τα
φανάρια πια δεν τα θυμάσαι
και
το ωραίο γλυκό της Κυριακής.
(Ακούστε
το τραγούδι ΕΔΩ.)
ΕΝΑ
ΜΑΧΑΙΡΙ
Απάνω
μου έχω πάντοτε στη ζώνη μου σφιγμένο
ένα
μικρό αφρικανικόν ατσάλινο μαχαίρι
-όπως
αυτά που συνηθούν και παίζουν οι Αραπάδες-
που
από ένα γέρον έμπορο τ’ αγόρασα στ’ Αλγέρι.
Θυμάμαι,
ως τώρα να `τανε, το γέρο παλαιοπώλη,
όπου
έμοιαζε με μιαν παλιάν ελαιγραφία του Γκόγια,
ορθόν
πλάι σε μακριά σπαθιά και σε στολές σχισμένες,
να
λέει με μια βραχνή φωνή τα παρακάτου λόγια:
«Ετούτο
το μαχαίρι, εδώ, που θέλεις ν’ αγοράσεις
με
ιστορίες αλλόκοτες ο θρύλος το `χει ζώσει,
κι
όλοι το ξέρουν, πως αυτοί που κάποια φορά το `χαν,
καθένας
κάποιον άνθρωπο δικό του έχει σκοτώσει.
Ο
Δον Μπαζίλιο σκότωσε μ’ αυτό τη Δόνα Τζούλια,
την
όμορφη γυναίκα του, γιατί τον απατούσε.
Ο
Κόντε Αντόνιο, μια βραδιά, τον δύστυχο αδερφό του
με
το μαχαίρι τούτο εδώ κρυφά δολοφονούσε.
Ένας
Αράπης τη μικρή ερωμένη του από ζήλεια
και
κάποιος ναύτης Ιταλός ένα Γραικό λοστρόμο.
Χέρι
σε χέρι ξέπεσε και στα δικά μου χέρια.
Πολλά
έχουν δει τα μάτια μου, μ’ αυτό μου φέρνει τρόμο.
Σκύψε
και δες το, μι’ άγκυρα κι ένα οικόσημο έχει,
Είν’
αλαφρή, για πιάσε το, δεν πάει ούτε ένα κουάρτο,
μα
εγώ θα σε συμβούλευα κάτι άλλο ν’ αγοράσεις.»
-Πόσο
έχει;- Μόνο φράγκα εφτά. Αφού το θέλεις, πάρ’το.
Ένα
στιλέτο έχω μικρό στη ζώνη μου σφιγμένο,
που
η ιδιοτροπία μ’ έκαμε και το `καμα δικό μου
κι
αφού κανένα δε μισώ στον κόσμο να σκοτώσω,
φοβάμαι
μη καμιά φορά το στρέψω στον εαυτό μου...
(Ακούστε
το τραγούδι ΕΔΩ.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Στον
Αντώνη Μωραΐτη
Χόρεψε
πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε
στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα.
Αλλού
σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία.
Το
φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.
Από
παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια
τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το
χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για
μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δε με ορίζει.
Το μετζαρόλι ράγισε και το
τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να
ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας
μούντζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας
πήραν στο κορόιδο;
Βαμμένη.
Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη
φύκια και ροδάνθη, αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες
ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη
φορά, σε μια σπηλιά, στην Αλταμίρα.
Σαλτάρει
ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι
με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ που μ' είδες.
Στην
άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη
νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες.
Το τείχος περπατήσαμε μαζί το
Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ
πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο
Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές
του Μακεδόνα.
Πράσινο. Αφρός, θαλασσινό βαθύ
και βυσσινί.
Γυμνή. Μονάχα ένα χρυσό στη
μέση σου ζωστήρι.
Τα μάτια σου τα χώριζαν εφτά
Ισημερινοί
μες στου Giorgione το
αργαστήρι.
Πέτρα θα του 'ριξα και δε με
θέλει το ποτάμι.
Τι σου 'φταιξα και με ξυπνάς
προτού να φέξει.
Στερνή νυχτιά του λιμανιού δεν
πάει χαράμι.
Αμαρτωλός που δε χαρεί και που
δε φταίξει.
Βαμμένη.
Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς
χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ
κοντά σου, χρόνια ασάλευτος να μένω
ως
να μου γίνεις Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα.
Ινδικός Ωκεανός 1951
(Ακούστε
το τραγούδι ΕΔΩ.)
ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
Τα
ποιήματα KURO SIWO, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ και ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ από τη
συλλογή ΠΟΥΣΙ, εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ 1982.
Το
ποίημα ΕΝΑ ΜΑΧΑΙΡΙ, από τη συλλογή ΜΑΡΑΜΠΟΥ, εκδόσεις ΑΓΡΑ 1995.
Το
ποίημα ΓΥΝΑΙΚΑ, από τη συλλογή ΤΡΑΒΕΡΣΟ, εκδόσεις ΑΓΡΑ 1992.
Στην
κορυφή της ανάρτησης το πορτραίτο του ποιητή από τον Γιάννη Τσαρούχη, όπως
κοσμεί το ΠΟΥΣΙ στην έκδοση του ΚΕΔΡΟΥ.
1 σχόλιο:
Τι καλά που μας θύμισες έναν πολύ αγαπημένο ποιητή και έναν ακόμη πιο αγαπημένο δίσκο.
Πάνω απ΄όλα όμως θεωρώ υποδειγματική την παρουσίαση του έργου μέσα από μια ανάρτηση δωρικής μορφής.
Να΄σαι καλά
Την καλησπέρα μου.
Δημοσίευση σχολίου