Όταν πρωτοδιάβασα αυτούς τους στίχους του σπουδαίου μας ποιητή και συγγραφέα Βασίλη Ρώτα, ο νους μου «πέταξε» αυθόρμητα προς τη φωτογραφία που συνδέθηκε ίσως περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη με τον πόνο που βίωσε ο λαός μας, και ποτίστηκε κάθε τετραγωνικό εκατοστό αυτού του τόπου, από τις θηριωδίες και τα εγκλήματα των γερμανών ναζί καταχτητών που, όσο κι αν ψάξει, όμοιά του ελάχιστα θα βρει κανείς σ’ όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η
εικονιζόμενη Μαρία Παντίσκα - Μίχα απαθανατίστηκε από τον φωτογράφο Ντμίτρι
Κέσελ να θρηνεί το ολοκαύτωμα του Διστόμου (10 του Ιούνη 1944), την
ανείπωτη σφαγή εκατοντάδων αμάχων (ανάμεσά τους και συγγενείς της) και το ξεθεμέλιωμα του χωριού της. Η
φωτογραφία πρωτοδημοσιεύθηκε στο αμερικανικό περιοδικό Life το Νοέμβρη του 1944
και από τότε «ταξίδεψε» και «ταξιδεύει» μεταφέροντας το μήνυμα Ποτέ πια
φασισμός!
Το
ποίημα περιλαμβάνεται στη συλλογή Μνημόσυνο (Αθήνα, 1961), όπου ο Βασίλης Ρώτας
και η Βούλα Δαμιανάκου (σύντροφοι στη ζωή) μνημονεύουν με ποιήματα και μικρά
πεζά κείμενα πολλούς «αδικοσκοτωμένους κι αδικοχαμένους»· κάποιους με τα
ονόματά τους («όσους έτυχε να ’χουμε γνωρίσει ή ακούσει γι’ αυτούς»), αλλά «κι
εκεί που ο λόγος μας δεν αναφέρει όνομα, πάλι αναφέρεται σε κάποιον απ’ τους
πολλούς, που μας έμειναν άγνωστα τα ονόματά τους».
Ίσως, ο ποιητής να είχε αυτή την εικόνα στο νου όταν δώριζε στο λαό μας
αυτούς τους υπέροχους στίχους…
ΜΙΚΡΗ ΜΟΙΡΟΛΟΓΗΤΡΑΜε σκυφτά πνιγμένα βήματαμικρή μοιρολογήτρα,τον τοίχο τοίχο περπατάς κλεφτά σαν ίσκιοςπας να κρυφτείς σε απόμερη άκρησ’ όχτον έρημο, γκρεμό βαθύνγια να κλάψεις τους λεβέντεςπου ούτε η στάχτη τους, την πήρε ο αέρας,ούτε ο ίσκιος τους κάτω απ’ τα δέντρα.Κάτσε, ακούμπησε χάμω στο χώμα,που ολουνών είν, ο έρημος τάφος,λύσ’ τη μαύρη μαντίλα,λύσ’ τα μαύρα μαλλιά σουπου τα χιόνισε πρώιμος βοριάς,τρυφερή κόρη, που έγινες τόσο νωρίςμοιρολογήτρακι άρχισε μόνη σου, εκεί που κανείς δε σ’ ακούειτο πικρό μοιρολόι σου, χύνονταςδάκρυα ζεστάνα σου βρέχουν τα χέριατην ποδιά σου,το χώμα.Βασίλης Ρώτας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου